🇬🇧 en el 🇬🇷
snowy owl noun |
|
---|---|
|
αρκτική κουκουβάγια, λευκή κουκουβάγια |
Wiktionary Links
- English: snowy owl
snowy owl noun |
|
---|---|
|
αρκτική κουκουβάγια, λευκή κουκουβάγια |